Πάσχα - Ανάσταση - Λαμπρή - Πασχαλία
Είναι μερικές απ΄ τις ονομασίες της μεγαλύτερης γιορτής της Χριστιανοσύνης. Αρχικά, Πάσχα ονομαζόταν η μεγάλη γιορτή του Ιουδαϊσμού, σε ανάμνηση της Εξόδου των Εβραίων απ΄ την Αίγυπτο. Μία κίνηση που έκαναν οι Εβραίοι με τις οδηγίες του Μωϋσή και ελευθερώθηκαν από την Αιγυπτιακή δουλεία. Μεταγενέστερα υιοθετήθηκε ο εορτασμός του Πάσχα από τους Χριστιανούς, που γιορτάζουν τον θυσιαστικό θάνατο και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού.
Το γεγονός της απελευθέρωσης των Εβραίων από τους Αιγυπτίους, συνέβη ύστερα από μια σειρά θεϊκών παρεμβάσεων και προτροπών, η σημαντικότερη από τις οποίες εκδηλώθηκε μία νύχτα κατά την οποία εξολοθρέφθηκαν τα πρωτότοκα των ανθρώπων και των ζώων των Αιγυπτίων, ενώ τα σπίτια των Εβραίων προστατεύτηκαν αφού σύμφωνα με τη Θεϊκή υπόδειξη, οι Εβραϊκές πόρτες είχαν σημαδευτεί με το αίμα αρνιού που είχαν θυσιάσει.
Γενικά περί του Εβραϊκού Πάσχα
Υπάρχουν διάφορες εκδοχές και επιστημονικές απόψεις, σχετικές με την προέλευση του όρου Πάσχα. Κάποιοι ερευνητές ισχυρίζονται πως ο όρος Πάσχα προέρχεται από το Αραμαϊκό πασ'ά και το Εβραϊκό - Αιγυπτιακό πέσαχ. Κάποιοι άλλοι μελετητές, έχουν προτείνει ως προέλευση του Εβραϊκού όρου, ξένη ετυμολογία, όπως η Ασσυριακή πασαχού (πραύνω) ή η Αιγυπτιακή πασ' (ανάμνηση) ή πεσάχ (πλήγμα). Διάφοροι άλλοι ερευνητές ανιχνεύουν τις αρχές των εορταστικών εκδηλώσεων του Πάσχα σε Χαναανιτικές γιορτές που σχετίζονται με την συγκομιδή του κριθαριού την Άνοιξη. Άλλοι, θεωρούν ότι η ρίζα του Πάσχα βρίσκεται σε γιορτές και ιεροτελεστίες της Άνοιξης, της προ-Ισραηλιτικής εποχής. Οι ποιμένες υποβάλλουν αίτημα στο Θεό για την προστασία του κοπαδιού τους. Η τελευταία εκδοχή πάντως, δεν θεωρείται επαρκώς τεκμηριωμένη.
Η Βίβλος, συσχετίζει το πέσαχ με το ρήμα πασάχ πού σημαίνει είτε χωλαίνω, είτε εκτελώ τελετουργικό χορό γύρω από τη θυσία (Γ' Βασ. 18:21,26), είτε, μεταφορικά, "ξεφεύγω", "προσπερνώ", "απαλλάσσω". Το Πάσχα, είναι έτσι η προσπέραση του αγγέλου του Θεού πάνω από τα σπίτια των Ισραηλιτών, ενώ έπληττε με θάνατο τα πρωτότοκα αγόρια των των Αιγυπτίων.
Σύμφωνα με τις Εβραϊκές Γραφές, το Πάσχα αποτελούσε ανάμνηση της εξόδου από την δουλεία της Αιγύπτου, υπό την ηγεσία του Μωυσή, μέσω Θεϊκής παρέμβασης.
Το Πάσχα ήταν οικογενειακή εορτή. Γιορταζόταν νύχτα, - στην πανσέληνο της εαρινής ισημερίας, την 14η του μήνα Αβίβ (που ονομάστηκε Νισάν μετά την Βαβυλωνιακή εξορία) - με προσφορά νεαρού χρονιάτικου ζώου, για να ευλογηθεί έτσι απ' το Θεό ολόκληρο το κοπάδι. Το σφάγιο ήταν αρνί ή κατσίκι, αρσενικό κι αρτιμελές (Εξ. 12:3-6), δεν έπρεπε να σπάσει κανένα κόκαλο του (Έξ. 12:46, Αρ. 9:12) ενώ το αίμα του ως ένδειξη προστασίας, το έβαζαν στην είσοδο κάθε σπιτιού (Εξ. 12:7,22). Οι μετέχοντες στο δείπνο ήταν ντυμένοι, έτοιμοι για ταξίδι (Έξ. 12:8-11).
Το αναμνηστικό γεύμα του Ιουδαϊκού Πάσχα, περιελάμβανε άζυμο ψωμί και κρασί, κι ονομαζόταν Σεντέρ.
Το Χριστιανικό Πάσχα
Το Χριστιανικό Πάσχα, ή η Πασχαλιά ή Ελληνοπρεπώς η Λαμπρή, η Ανάσταση, είναι η σπουδαιότερη γιορτή του Χριστιανικού Εκκλησιαστικού έτους. Γιορτάζεται η Ανάσταση του Ιησού Χριστού, που σύμφωνα με τα Ιστορικά δεδομένα, έγινε την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο, που ακολούθησε την εαρινή ισημερία της 21ης Μαρτίου.
Με την Ανάσταση είναι συνδεδεμένη και η επιλεγόμενη εβδομάδα της Ανάστασης μέχρι το Σάββατο της Διακαινησίμου. Ακόμα και η περίοδος των 50 ημερών που ακολουθούν την εορτή της Ανάστασης, όπου και η καλούμενη κατά την τελευταία ημέρα (αριθμητικά) γιορτή της Πεντηκοστής, κι αυτή η περίοδος, είναι συνδεδεμένη με την Ανάσταση, λέγεται δε και περίοδος του Πεντηκοσταρίου.
Η γιορτή της Ανάστασης του Ιησού Χριστού, λόγω της σπουδαιότητός της, επηρεάζει το εορτολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας τόσο 40 ημέρες πριν από αυτό (Μεγάλη Τεσσαρακοστή, Τριώδιο) όσο και 50 ημέρες μετά (περίοδος Πεντηκοσταρίου). Οι ακολουθίες που τελούνται, την περίοδο του Τριωδίου αλλά και του Πεντηκοσταρίου, διακρίνονται για την αρχαιοπρέπειά τους (ανάγονται στους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, όπως η αφή του Αγίου Φωτός), την κατάνυξη και λαμπρότητά τους, και περιγράφονται λεπτομερώς στο Τυπικό της Εκκλησίας.
Σύντομο Ιστορικό του εορτασμού του Πάσχα
Στην Καινή Διαθήκη, δεν καταγράφονται πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που τηρούσαν την εορτή της Ανάστασης τα μέλη της πρώτης χριστιανικής εκκλησίας. Έτσι, οι μεταγενέστεροι Χριστιανοί, άρχισαν να επιχειρηματολογούν όσον αφορά τις πρακτικές των πρώτων Χριστιανών.
Η πρώτη «πασχάλια έριδα» σχετικά με τον ετήσιο εορτασμό του χριστιανικού Πάσχα, δηλαδή της Ανάστασης, εμφανίστηκε κατά το 2ο αιώνα. Οι εκκλησίες της Μικράς Ασίας ακολουθούσαν την αρχαία Ιωάννεια «τεσσαρεσκαιδεκατική» πρακτική, τηρώντας σε ετήσια βάση τον "Μυστικό Δείπνο", την ίδια ημερομηνία με το Πάσχα των Εβραίων. Αυτό σήμαινε ότι εορταζόταν το Πάσχα την ημέρα που αντιστοιχούσε στις 14 του Ιουδαϊκού μήνα Νισάν, ανεξαρτήτως από το αν αυτή η ημέρα ήταν Κυριακή (η οποία ονομαζόταν τότε «Ημέρα του Ήλιου»). Οι αντίπαλοί τους επιχειρηματολογούσαν υπέρ της άποψης ότι η Ανάσταση θα έπρεπε να γιοτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά το Ιουδαϊκό Πάσχα. Η διαμάχη συνέχισε να εντείνεται ως το δεύτερο μέρος του 2ου αιώνα, με την πλειονότητα των εκκλησιών να προσκολλούνται στην άποψη της τήρησης της Ανάστασης την Κυριακή. Εν τούτοις, οι εκκλησιαστικές διαμάχες που αφορούσαν την ημερομηνία του εορτασμού του Πάσχα δεν έπαψαν κατά τους επόμενους αιώνες.
Ήδη κατά τον 2ο αιώνα, η κύρια ημέρα λατρείας, μελέτης των Γραφών και εορτασμού της Θείας Ευχαριστίας ήταν η Κυριακή, ως ανάμνηση της ανάστασης του Χριστού. Το αναμνηστικό Δείπνο του Κυρίου, που τηρούσαν πλέον οι Χριστιανοί ακολουθώντας την εντολή του Ιησού, αποτελούσε εξέχων στοιχείο της κοινοτικής ζωής της εκκλησίας ήδη από τις ημέρες των αποστόλων. Ταυτόχρονα δε, με τον ορισμό του γιορτασμού του Πάσχα, άρχισε να τηρείται και η λεγόμενη Πασχάλεια νηστεία, που σε κάθε τοπική εκκλησία είχε ορισμένο διάστημα ασκήσεως.
Η γιορτή, στην αρχή κατά άμεσο παραλληλισμό με το ιΙουδαϊκό Πάσχα, ετελείτο κάθε έτος στις 14 του μήνα Νισάν, δίνοντας έμφαση στην Σταυρική θυσία του Χριστού. Αυτό ήταν σε αρμονία με τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Γιατί ωσότου να έρθει ο Κύριος, πάντοτε, όποτε τρώτε αυτό το ψωμί και πίνετε αυτό το ποτήριο, διακηρύττετε το θάνατο του Κυρίου».[17] Σταδιακά οι περισσότερες εκκλησίες θέλησαν να διακόψουν αυτό τον παραλληλισμό, μεταθέτοντας τον εορτασμό αρχικά την πρώτη Κυριακή μετά τη 14η Νισάν. Κάθε τοπική εκκλησία εόρταζε με το δικό της τρόπο υπολογισμού την ημερομηνία της εορτής του Πάσχα. Όμως, καθώς γινόταν προσπάθεια ώστε να επιτευχθεί μια ενιαία ημερομηνία για όλες τις εκκλησίες, αυτό οδήγησε σε εντάσεις κάποιες τοπικές εκκλησίες ιδίως κατά τον 3ο αιώνα. Τελικά η Α΄ Οικουμενική σύνοδος αποφάσισε οριστικά για μια κοινή ημερομηνία τέλεσης του εορτασμού του Πάσχα, που τηρείται μέχρι σήμερα με κάποιες παραλλαγές από τις διάφορες ομολογίες.



