Εκδορά - γδάρσιμο

Η εκδορά - το γδάρσιμο

Το γδάρσιμο του γουρουνιού γινόταν με προσοχή, αφού έπρεπε ο γδάρτης να είναι προσεκτικός, να μην τρυπήσει το δέρμα, που ήταν κι αυτό απαραίτητο. Πρέπει να σημειωθεί δε, πως το γδάρσιμο του γουρουνιού, δεν είναι εύκολη υπόθεση, το γουρούνι δεν είναι αρνί που το γδέρνεις αμέσως, στο τάκα-τάκα. Το γουρούνι έχει πολύ λίπος και το μαχαίρι στομώνει γρήγορα όσο καλό κι αν είναι και θέλει κάθε τόσο να το ξεσέρνεις στο μασάτι ή στο ακόνι.

Το γδάρσιμο ξεκίναγε απ΄ το πίσω μέρος του σφαχτού ή το πάνω μέρος αφού ήταν ανάποδα κρεμασμένο και κατέλυγε στο μπροστινό, που ήταν το κεφάλι. Τα πόδια απ΄ το γόνατο και κάτω, τις περισσότρες φορές αποκόβανταν και πετιούνταν. Κάποιοι τα έπλεναν καλά με το καυτό νερό, τα μάδαγαν πολύ καλά κι έκαναν πατσά.

Με το δέρμα του γουρουνιού, έφτιαχναν τα γουρουνοτσάρουχα (γουρ΄νουτσάρχα), ανέξοδο και πολύ πρόχειρο είδος παπουτσιού με πολλά προβλήματα σ΄ αυτόν που τα φόραγε, ειδικά όταν το πόδι ζεσταίνονταν. Οι παλιότεροι θυμούνται τις εποχές εκείνες που έκαννα χωράφι φορώντας γουρουνοτσάρουχα, και το πόδι τους δεν μπορούσε να στεριώσει, αφού γλυστρούσε μέσα στα "παπούτσια". Τα παπούτσια δε αυτά ήθελαν συχνές επιδιορθωτικές επεμβάσεις. Γι΄ αυτό στο σελάχι τους οι παλιοί, είχαν πάντοτε σπάγκο (τσαρουχόσπαγκος - τσαρ΄χόσπαγκους), κερί (κιρί) για το κέρωμα του σπάγκου, βελόνα (βιλόνα) και κοπίδι (κουπίδ΄).