Όταν το καλαμπόκι ωρίμαζε, στους 4 περίπου μήνες μετά την σπορά, έπρεπε να τρυγηθεί. Ο καρπός θεωρούνταν ώριμος όταν το περίβλημά του, το μπούπλο, είχε ξεραθεί, το ίδιο και το φύλλωμα του φυτού, καθώς και το στέλεχός του. Τότε διοργανώνονταν ο Τρύγος του καλαμποκιού.
Στον Τρύγο έτρεχαν προς βοήθεια οι συγγενείς, οι φίλοι και οι γείτονες, αλλά και οι σέμπροι, κι οι κουμπάροι. Ο Τρύγος δεν ξεκίναγε το πρωί γιατί τότε έχει δροσιά κι ο καρπός δεν αποκολάται εύκολα απ΄ το στέλεχος. Άφηναν έτσι να περάσει λίγο η ώρα και ξεκίναγαν μετά τις 9 - 10 το πρωί. Χρειάζονταν η καλή οργάνωση γιατί αλλιώς είχαμε ταλαιπωρία.
Ο νοικοκύρης είχε φροντίσει να είναι έτοιμα τα σακιά, οι καλάθες και τα καλάθια, τα ζώα τα φορτιάρικα, ενώ η νοικοκυρά είχε φροντίσει για τα κεράσματα, κυρίως για μπόλικο νερό, γιατί ήταν αρχές του Φθινωπόρου κι ο ήλιος πύρωνε, ενώ έτοιμα ήταν και τα διάφορα κεράσματα που ήταν επίσης απαραίτητα, γιατί οι εργάτες χωρίς κέρασμα ... δεν τράβαγαν.
Ο Τρύγος άρχιζε και γινόταν ανά κατεβατό ή βραγιά. Έμπαιναν όλοι στη σειρά κι ο καθένας έκοβε τον καρπό - το λεγόμενο και καρπούζι - και το΄ριχνε μέσα σ΄ ένα καλάθι. Σαν γέμιζε το καλάθι, ένας που είχε απ΄ την αρχή οριστεί για την μεταφορά, είχε ήδη έτοιμο ένα άλλο άδειο καλάθι το οποίο αντικαθιστούσε
το γεμάτο, το οποίο μεταφέρονταν έξω απ΄ το χωράφι κι αδειαζόταν είτε σε μεγάλες καλάθες, είτε στα μεγάλα σακιά. Να γιατί χρειαζόταν η καλή οργάνωση. Αν οι δουλευτάδες δεν είχαν που να ρίξουν τα καρπούζια, στέκονταν όρθιοι και σχολίαζαν. Πολλές φορές οι γυναίκες μάζευαν τον καρπό στις ποδιές τους.
Στο μεταξύ, η νοικοκυρά έφερνε τα κεράσματα, το κρύο νερό, να σβύσουν την δίψα τους οι
δουλευτάδες.
Όταν ολοκληρώνόταν ο Τρύγος, άρχιζε η μεταφορά του καρπού στ΄ αλώνια. Η μεταφορά γινόταν με τη χρήση των ζώων. Τα άλογα, τα μουλάρια, τα γαϊδούρια, ήταν τα φορτιάρικα της εποχής εκείνης. Καμιά φορά χρησιμοποιούσαν και το κάρο.




