Καλαμιά

Η καλαμιά.

Λέγοντας καλαμιά, εννοούμαι πολλά πράγματα.

Καλαμιά λεγόταν γενικά, το αποξηραμένο στέλεχος του σιταριού, χωρίς το στάχυ. Όταν το σιτάρι ωριμάσει, κι είναι έτοιμο για θερισμό, το στέλεχός του σταδιακά, ξηρένεται. Αυτό το αποξηραμένο στέλεχος του σιταριού, χωρίς το στάχυ, λέγεται καλαμιά.

Όταν θερίζουμε, τα κομένα στελέχη αποτελούνται απ΄ τα στάχυα και την καλαμιά.

Όταν τώρα γίνει ο θερισμός, τα στελέχη του σιταριού, έχουν κοπεί στο ίδιο απ΄ το έδαφος ύψος και τα εναπομείναντα στο χωράφι τμήματα του στελέχους, παρουσιάζουν μία ομοιομορφία. Παρατηρεί κάποιος το θερισμένο χωράφι από απόσταση, κι αυτό μοιάζει νάναι σκεπασμένο μ΄ ένα απλωμένο πάπλωμα, αυτή είναι η καλαμιά που απέμεινε στο χωράφι. Αυτά τα στελέχη, πολλές φορές κόβονταν σύριζα με το έδαφος, με κάποια κοσιά. Κι αυτά τα κομένα στελέχη λέγονταν καλαμιά.

Η καλαμιά, τα τμήματα δηλαδή των στελεχών χωρίς τα στάχυα, δένονταν σε μεγάλες μπάλλες ή σε δεμάτια και χρησιμοποιούνταν σε πολλές περιπτώσεις.

Πρώτα απ΄ όλα, τις καλαμιές στα χωράφια τις απόλαγαν όπως έλεγαν. Έβαζαν μέσα τα ζώα, πρόβατα, αγελάδες, γαϊδούρια και αυτά βοσκούσαν στην καλαμιά, τρώγωντας κυρίως τα ξεραμένα φύλλα του σιταριού.

Η συγκεντρωμένη σε δεμάτια ή μπάλλες καλαμιά, ήταν ευτελής τροφή για τα ζώα, κυρίως τον χειμώνα.

Με καλαμιά έφκειαχναν πρόχειρα στρώματα τη στρωμάτσα ή τις στρωμάτσες. Τα στρώματα αυτά τα χρησιμοποιούσαν στο έδαφος αλλά και σε κρεβάτια, κι είχαν το πλεονέκτημα ότι ήταν ζεστά, δεν ήταν όμως και τόσο βολικά.

Με καλαμιά έφκειχναν τις οροφές στις καλύβες, επένδυαν τις πλευρές τους για να είναι ζεστές, έφκειαχναν τον τσάρκο και το πετούλι, την έβαζαν μπροστά από ανοίγματα, να προφυλάσσονται απ΄ τον αέρα αλλά κι απ΄ τη βροχή.